A világ himnusza

A világ himnusza-valami "alapvers", bizonyos értelemben a világirodalom legjelentősebb műveinek egyike-legalábbis, ha jól sikerül. Ki milyennek képzeli el?

Hozzászólás írásához be kell jelentkezned!

csp012018. július 1. 10:42

Azt hiszem, eltértünk a témától...

Kandabula2018. július 1. 10:32

@M.Laurens: ismereteim szerint a táblácskát bekenték foghagymával, liliom-bibével, döglött halakkal, kutyagumival és többen ráfingottak. A NASA komolyra vette ezt a dolgot.

Edeke2018. július 1. 10:26

@M.Laurens: egy hagymásbab utáni feltétlen reflex, esetleges kapcsolatfelvétel alkalmával háborút vállthat ki?

M.Laurens2018. július 1. 10:22

@Kandabula: A gondom a táblával az, hogy tudtommal az az Alfa Centauri környékén élők szaglással kommunikálnak szem száj és fül híján. Nem tudom, hogy elég foghagyma szagú-e a tábla.

M.Laurens2018. július 1. 10:19

@Edeke: Saját fordításban nem lehetne?

Edeke2018. július 1. 09:42

@Kandabula: pedig arra vagyok a legbüszkébb. E miatt a 3.5 sor miatt éltem Tibet mellett 3550 km-re észak vesztfáliaban 9 évig, hogy a vizililiomok tanulmányozásával még hitelesebbek legyenek a soraim.
Kicsit privát megjegyzés, de ez idő alatt szerelem szövődött köztem és egy helybéli között. Szerelmünknek gyümölcse is lett: szült nekem egy transznemű vizililiomot amit az osztrák törvények éttermében kacsaként nevelünk.

Kandabula2018. július 1. 08:53

@Edeke: nekem tetszik, bár szerintem a vízililiomokról szóló rész kissé eltúlzott.

Edeke2018. június 30. 23:46

@FeketeHerceg: Tessék, csak a görögök meg ne tudják

Σε γνωρίζ`9; από την κόψη του σπαθιοa3; την τρομερ^2;,
σε γνωρίζ`9; από την όψη που με βία μετράε_3; τη γη.

Απ` τα κόκαλα βγαλμέ_7;η των Ελλήνω_7; τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρει`9;μένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθε`1;ιά!

Εκεί μέσα εκατοι_4;ούσες πικραμ^1;νη, εντροπ^5;λή,
κι ένα στόμα εκαρτε`1;ούσες, «έλα πάλι», να σου πεί.

`Αργειε νάλθει εκείνη η μέρα κι ήταν όλα σιωπηλ^0;,
γιατί τά `σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκων^9; η σκλαβι^0;.

Δυστυχ^2;ς! Παρηγο`1;ία μόνη σού έμενε να λές
περασμ^1;να μεγαλε^3;α και διηγών`4;ας τα να κλαις.

Κι ακαρτέ`1;ει κι ακαρτέ`1;ει φιλελεa3;θερη λαλιά
το ένα εκτύπα^9; τ` άλλο χέρι από την απελπι`3;ιά

Κι έλεες: «Πότε, α, πότε βγάνω το κεφάλι από τσ` ερμιές;87;.
Και αποκρί_7;οντο από πάνω κλάψες, άλυσες, φωνές.

Τότε εσήκων^9;ς το βλέμμα μες στα κλάιμα`4;α θολό,
και εις το ρούχο σου έσταζ` αίμα πλήθος αίμα ελληνι_4;ό.

Με τα ρούχα αιματω_6;ένα ξέρω ότι έβγαιν^9;ς κρυφά
να γυρεύε_3;ς εις τα ξένα άλλα χέρια δυνατά.

Μοναχή το δρόμο επήρες, εξανάλ_2;ες μοναχή3;
δεν είν` εύκολε`2; οι θύρες εάν η χρεία τες κουρτα_5;εί.

`Αλλος σου έκλαψε εις τα στήθια, αλλ` ανάσασ_1; καμμιά3;
άλλος σου έταξε βοήθει^5; και σε γέλασε φρικτά.

΄Αλλοι, οϊμέ, στη συμφορ^0; σου οπού εχαίρο_7;το πολύ,
«σύρε νά `βρεις τα παιδιά σου, σύρε», έλεγαν οι σκληρο^3;.

Φεύγει οπίσω το ποδάρι και ολογλή^7;ορο πατεί
ή την πέτρα ή το χορτάρ_3; που τη δόξα σού ενθυμε^3;.

Ταπεινa2;τατη σου γέρνει η τρισάθ_5;ια κεφαλή,
σαν πτωχού που θυροδέ`1;νει κι είναι βάρος του η ζωή.

Ναι, αλλά τώρα αντιπα_5;εύει κάθε τέκνο σου με ορμή,
πού ακατάπ^5;υστα γυρεύε_3; ή τη νίκη ή τη θανή.

Απ` τα κόκαλα βγαλμέ_7;η των Ελλήνω_7; τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρει`9;μένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθε`1;ιά!

Μόλις είδε την ορμή σου ο ουρανό`2; που για τσ` εχθρού`2;
εις τη γη τη μητρικ^2; σου έτρεφ` άνθια και καρπού`2;,

εγαλήν^9;ψε· και εχύθει καταχθa2;νια μια βοή,
και του Ρήγα σού απεκρί_2;η πολεμό_4;ραχτη η φωνή.

΄Ολοι οι τόποι σου σ` εκράξα_7; χαιρετa4;ντας σε θερμά,
και τα στόματ^5; εφωνάξ^5;ν όσα αισθάν^9;το η καρδιά.

Εφωνάξ^5;νε ως τ` αστέρι^5; του Ιονίου και τα νησιά,
κι εσηκώσ^5;νε τα χέρια για να δείξου_7;ε χαρά,

μ` όλον πού `ναι αλυσωμ^1;νο το καθένα τεχνικ^0;,
και εις το μέτωπο γραμμέ_7;ο έχει: «Ψεύτρ^5; Ελευθε`1;ιά».

Γκαρδι^5;κά χαροπο_3;ήθει και του Βάσιγκ`4;ον η γη,
και τα σίδερα ενθυμή_2;ει που την έδεναν κι αυτή.

Απ` τον πύργο του φωνάζε_3;, σα να λέει σε χαιρετa4;,
και τη χήτη του τινάζε_3; το λιοντά`1;ι το Ισπανό.

Ελαφιά`3;θη της Αγγλία`2; το θηρίο, και σέρνει ευθύς
κατά τ` άκρα της Ρουσία`2; τα μουγκρ^3;σματα τσ` οργής.

Εις το κίνημα του δείχνε_3; πως τα μέλη ειν` δυνατά3;
και στου Αιγαίο`5; το κύμα ρίχνει μια σπιθόβ_9;λη ματιά.

Σε ξανοίγ^9;ι από τα νέφη και το μάτι του Αετού,
που φτερά και νύχια θρέφει με τα σπλάχν^5; του Ιταλού3;

και σ` εσέ καταγυ`1;μένος, γιατί πάντα σε μισεί,
έκρωζ` έκρωζ` ο σκασμέ_7;ος, να σε βλάψει, αν ημπορε^3;.

΄Αλλο εσύ δεν συλλογ_3;έσαι πάρεξ που θα πρωτοπ^0;ς·
δεν μιλείς και δεν κουνιέ`3;αι στες βρισιέ`2; οπού αγρικά`2;·

σαν το βράχο οπού αφήνει κάθε ακάθαρ`4;ο νερό
εις τα πόδια του να χύνει ευκολό`3;βηστον αφρό·

οπού αφήνει ανεμοζ^0;λη και χαλάζι και βροχή
να του δέρνου_7; τη μεγάλη, την αιώνια_7; κορυφή.

Δυστυχ_3;ά του, ω, δυστυχ_3;ά του, οποιαν_9;ύ θέλει βρεθεί
στο μαχαίρ_3; σου αποκάτ_9;υ και σ` εκείνο αντιστ^5;θεί.

Το θηρίο π` ανανογ_3;έται πως του λείπου_7; τα μικρά,
περιορ^3;ζεται, πετιέτ^5;ι, αίμα ανθρώπ_3;νο διψά·

τρέχει, τρέχει όλα τα δάση, τα λαγκάδ_3;α, τα βουνά,
κι όπου φθάσει, όπου περάσε_3;, φρίκη, θάνατο`2;, ερμιά·

Ερμιά, θάνατο`2; και φρίκη όπου επέρασ^9;ς κι εσύ·
ξίφος έξω από τη θήκη πλέον ανδρεί^5;ν σου προξεν^9;ί.

Ιδού, εμπρός σου ο τοίχος στέκει της αθλίας Τριπολ_3;τσάς·
τώρα τρόμου αστροπ^9;λέκι να της ρίψεις πιθυμά`2;.

Μεγαλό`8;υχο το μάτι δείχνε_3; πάντα οπώς νικεί,
κι ας ειν` άρματα γεμάτη και πολέμι^5;ν χλαλοή.

Σου προβαί_7;ουνε και τρίζου_7; για να ιδείς πως ειν` πολλά·
δεν ακούς που φοβερί_0;ουν άνδρες μύριοι και παιδιά;

Λίγα μάτια, λίγα στόματ^5; θα σας μείνου_7;ε ανοιχτ^0;.
για να κλαύσε`4;ε τα σώματα που θε νά `βρει η συμφορ^0;!

Κατεβα^3;νουνε, και ανάφτε_3; του πολέμο`5; αναλαμ`0;ή·
το τουφέκ_3; ανάβει, αστράφ`4;ει, λάμπει, κόφτει το σπαθί.

Γιατί η μάχη εστάθε_3; ολίγη; Λίγα τα αίματα γιατί;
Τον εχθρό θωρώ να φύγει και στο κάστρο ν` ανεβεί.

Μέτρα! Ειν` άπειρο_3; οι φευγάτ_9;ι, οπού φεύγον`4;ας δειλιοa3;ν·
τα λαβώμα`4;α στην πλάτη δέχοντ`, ώστε ν` ανεβού_7;.

Εκεί μέσα ακαρτε`1;είτε την αφεύγα`4;η φθορά·
να, σας φθάνει3; αποκρι_2;είτε στης νυκτός τη σκοτει_7;ιά!

Αποκρί_7;ονται και η μάχη έτσι αρχίζε_3;, οπού μακριά
από ράχη εκεί σε ράχη αντιβοa3;ιζε φοβερά.

Ακούω κούφια τα τουφέκ_3;α, ακούω σμίξιμ_9; σπαθιώ_7;,
ακούω ξύλα, ακούω πελέκι^5;, ακούω τρίξιμ_9; δοντιώ_7;.

Α, τι νύκτα ήταν εκείνη που την τρέμει ο λογισμa2;ς!
΄Αλλος ύπνος δεν εγίνει πάρεξ θάνατο`5; πικρός.

Της σκηνής η ώρα, ο τόπος, οι κραυγέ`2;, η ταραχή,
ο σκληρό`8;υχος ο τρόπος του πολέμο`5;, και οι καπνοί,

και οι βροντέ`2; και το σκοτάδ_3; οπού αντίσκ_9;φτε η φωτιά,
επαράσ`4;αιναν τον ΄Αδη που ακαρτέ`1;ειε τα σκυλιά3;

Τ` ακαρτέ`1;ειε. Εφαίνο_7;` ίσκιοι αναρίθ_6;ητοι, γυμνοί,
κόρες, γέροντ^9;ς, νεανίσ_4;οι, βρέφη ακόμη εις το βυζί.

`Ολη μαύρη μυρμηγ_4;ιάζει, μαύρη η εντάφι^5; συντρο`6;ιά,
σαν το ρούχο οπού σκεπάζ^9;ι τα κρεβάτ_3;α τα στερνά.

Τόσοι, τόσοι ανταμω_6;ένοι επετιοa3;ντο από τη γη,
όσοι ειν` άδικα σφαγμέ_7;οι από τούρκι_4;ην οργή.

Τόσα πέφτου_7;ε τα θερισμ^1;να αστάχι^5; εις τους αγρούς3;
σχεδόν όλα εκειά τα μέρη εσκεπά_0;οντο απ` αυτούς.

Θαμποφ^1;γγει κανέν` άστρο και αναδεύ_9;ντο μαζί,
ανεβαί_7;οντας το κάστρο με νεκρώσ_3;μη σιωπή.

`Ετσι χάμου εις την πεδιάδ^5; μες στο δάσος το πυκνό,
όταν στέλνε_3; μίαν αχνάδα μισοφέ^7;γαρο χλωμό,

Eάν οι άνεμοι μες στ` άδεια τα κλαδιά μουγκο`6;υσούν,
σειούν`4;αι, σειούν`4;αι τα μαυράδ_3;α, οπού οι κλώνοι αντικτ`5;πούν.

Με τα μάτια τους γυρεύο`5;ν όπου είν` αίματα πηχτά,
και μες στα αίματα χορεύο`5;ν με βρυχίσ_6;ατα βραχνά3;

και χορεύο_7;τας μανίζο`5;ν εις τους ΄Ελλην^9;ς κοντά,
και τα στήθια τους εγγίζο`5;ν με τα χέρια τα ψυχρά.

Εκειό το έγγισμ^5; πηγαίν^9;ι βαθειά μες στα σωθικά,
όθεν όλη η λύπη βγαίνε_3; και άκρα αισθάν_9;νται ασπλαχ_7;ιά.

Τότε αυξαίν^9;ι του πολέμο`5; ο χορός τρομακ`4;ικά,
σαν το σκόρπι`3;μα του ανέμου στου πελάου τη μοναξι^0;.

Κτυπού_7; όλοι απάνου κάτου· κάθε κτύπημ^5; που εβγεί
είναι κτύπημ^5; θανάτο`5; χώρις να δευτερ`9;θεί.

Κάθε σώμα ιδρώνε_3;, ρέει·λ^9;ς κι εκείθε_7;ε η ψυχή
απ` το μίσος που την καίει πολεμά^9;ι να πεταχθ^9;ί.

Της καρδία`2; κτυπίε`2; βροντά_7;ε μες στα στήθια τους αργά,
και τα χέρια όπου χουμάν^9; περισσa2;τερο ειν` γοργά.

Ουρανό`2; γι` αυτούς δεν είναι, ουδέ πέλαγο, ουδέ γη·
γι` αυτούς όλους το παν είναι μαζωμέ_7;ο αντάμα εκεί.

Τόση η μάνητα κι η ζάλη, που στοχάζ^9;σαι μη πως
από μία μεριά και απ` άλλη δεν είν΄ ένας ζωντανa2;ς.

Κοίτα χέρια απελπι`3;μένα πώς θερίζο`5;νε ζωές!
Χάμου πέφτου_7;ε κομμέν^5; χέρια, πόδια, κεφαλέ`2;,

και παλάσκ^9;ς και σπαθία με ολοσκό`1;πιστα μυαλά,
και με ολόσχι`3;τα κρανία, σωθικά λαχταρ_3;στά.

Προσοχ^2; καμία δεν κάνει κανείς, όχι, εις τη σφαγή·
πάνε πάντα εμπρός. Ω, φθάνει, φθάνει3; έως πότε οι σκοτωμ_9;ί;

Ποιος αφήνει εκεί τον τόπο, πάρεξ όταν ξαπλωθ^9;ί;
Δεν αισθάν_9;νται τον κόπο και λες κι είναι εις την αρχή.

Ολιγόσ`4;ευαν οι σκύλοι, και «Αλλά», εφώναζ^5;ν, «Αλλά»,
και των Χριστι^5;νών τα χείλη «φωτιά7;, εφώναζ^5;ν, «φωτιά7;.

Λιοντα`1;όψυχα, εκτυπι_9;ύντο, πάντα εφώναζ^5;ν «φωτιά7;,
και οι μιαροί κατασκ_9;ρπιούντο, πάντα σκούζο_7;τας «Αλλά».

Παντού φόβος και τρομάρ^5; και φωνές και στεναγ_6;οί·
παντού κλάψα, παντού αντάρα, και παντού ξεψυχι`3;μοί.

Ήταν τόσοι! Πλέον το βόλι εις τ` αυτιά δεν τους λαλεί.
`Ολοι χάμου εκείτο_7;τ` όλοι εις την τέταρτ_1;ν αυγή.

Σαν ποτάμι το αίμα εγίνη και κυλάει στη λαγκαδ_3;ά,
και το αθώο χόρτο πίνει αίμα αντίς για τη δροσιά.

Της αυγής δροσάτ_9; αέρι, δεν φυσάς τώρα εσύ πλιο
στων ψευδόπ_3;στων το αστέρι3; φύσα, φύσα εις το ΣΤΑΥΡΟ!

Απ` τα κόκαλα βγαλμέ_7;η των Ελλήνω_7; τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρει`9;μένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθε`1;ιά!

Της Κορίνθ_9;υ ιδού και οι κάμποι3; δεν λάμπ` ήλιος μοναχά
εις τους πλάταν_9;υς, δεν λάμπει εις τ` αμπέλι^5;, εις τα νερά.

Εις τον ήσυχον αιθέρα τώρα αθώα δεν αντηχε^3;
τα λαλήμα`4;α η φλογέρ^5;, τα βελάσμ^5;τα το αρνί.

Τρέχου_7; άρματα χιλιάδ^9;ς σαν το κύμα εις το γιαλό,
αλλ` οι ανδρεί_9;ι παλληκ^5;ράδες δεν ψηφούν τον αριθμό.

Ω τρακόσ_3;οι, σηκωθε^3;τε και ξανάλθ^9;τε σε μας·
τα παιδιά σας θελ` ιδείτε πόσο μοιάζο`5;νε με σας.

`Ολοι εκείνο_3; τα φοβούν`4;αι και με πάτημα τυφλό
εις την Κόρινθ_9; αποκλε_3;ούνται κι όλοι χάνουν`4;αι απ` εδώ.

Στέλνε_3; ο άγγελο`2; του ολέθρο`5; πείνα και θανατι_4;ό,
που με σχήμα ενός σκελέθ`1;ου περπατ_9;ύν αντάμα οι δυο·

και πεσμέν^5; εις τα χορτάρ_3;α απεθαί_7;ανε παντού
τα θλιμμέ_7;α απομει_7;άρια της φυγής και του χαμού.

Κι εσύ αθάνατ_1;, εσύ θεία, που ότι θέλεις ημπορε^3;ς.
εις τον κάμπο, Ελευθε`1;ία, ματωμέ_7;η περπατ^9;ίς.

Στη σκια χεροπι^5;σμένες, στη σκια βλέπω κι εγώ
κρινοδ^0;χτυλες παρθέν^9;ς οπού κάνουν^9; χορό.

Στο χορό γλυκογ`5;ρίζουν ωραία μάτια ερωτικ^0;,
και εις την αύρα κυματί_0;ουν μαύρα, ολόχρυ`3;α μαλλιά.

Η ψυχή μου αναγαλ_5;ιάζει πως ο κόρφος καθεμι^0;ς
γλυκοβa3;ζαστο ετοιμά_0;ει γάλα ανδρεί^5;ς κι ελευθε`1;ιάς.

Μες στα χόρτα, τα λουλού^8;ια, το ποτήρι δεν βαστώ·
φιλελεa3;θερα τραγού^8;ια σαν τον Πίνδαρ_9; εκφωνώ.

Απ` τα κόκαλα βγαλμέ_7;η των Ελλήνω_7; τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρει`9;μένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθε`1;ιά!

Πήγες εις το Μεσολό^7;γι την ημέρα του Χριστοa3;,
μέρα που άνθισα_7; οι λόγγοι για το τέκνο του Θεού.

Σου `λθε εμπρός λαμποκ_9;πώντας η Θρησκε^3;α μ` ένα σταυρό,
και το δάκτυλ_9; κινώντ^5;ς οπού ανεί τον ουρανό,

«σ` αυτό», εφώναξ^9;, «το χώμα στάσου ολόρθη, Ελευθε`1;ιά!».
Και φιλώντ^5;ς σου το στόμα μπαίνε_3; μες στην εκκλησ_3;ά.

Εις την τράπεζ^5; σιμώνε_3;, και το σύγνεφ_9; το αχνό
γύρω γύρω της πυκνών^9;ι που σκορπά^9;ι το θυμιατa2;.

Αγρικά^9;ι την ψαλμωδ^3;α οπού εδίδαξ^9;ν αυτή·
βλέπει τη φωταγω^7;ία στους Αγίους εμπρός χυτή.

Ποιοι είν` αυτοί που πλησιά_0;ουν με πολλή ποδοβο_5;ή,
κι άρματ`, άρματα ταράζο`5;ν; Επετάχ`4;ηκες εσύ!

Α, το φως που σε στολίζ^9;ι, σαν ηλίου φεγγοβ_9;λή,
και μακρίθ^9;ν σπινθη`1;ίζει, δεν είναι, όχι, από τη γη.

Λάμψιν έχει όλη φλογώδ_1; χείλος, μέτωπο, οφθαλμa2;ς·
φως το χέρι, φως το πόδι, κι όλα γύρω σου είναι φως.

Το σπαθί σου αντιση_4;ώνεις, τρία πατήμα`4;α πατάς,
σαν τον πύργο μεγαλώ_7;εις, κι εις το τέταρτ_9; κτυπάς.

Με φωνή που καταπε^3;θει προχωρa4;ντας ομιλεί`2;:
«Σήμερ`, άπιστο_3;, εγεννή_2;η, ναι, του κόσμου ο Λυτρωτ^2;ς.

Αυτός λέγει, αφοκρα`3;θείτε: "Εγώ ειμ` `Αλφα, Ωμέγα εγώ·
πέστε, που θ` αποκρυ`6;θείτε εσείς όλοι, αν οργισθa4;;

Φλόγα ακοίμη`4;ην σας βρέχω, που, μ` αυτήν αν συγκρι_2;εί
κείνη η κάτω οπού σας έχω, σαν δροσιά θέλει βρεθεί.

Κατατρa4;γει, ωσάν τη σχίζα, τόπους άμετρα υψηλού`2;,
χώρες, όρη από τη ρίζα, ζώα και δέντρα και θνητού`2;.

Και το παν το κατακα^3;ει, και δεν σώζετα_3; πνοή,
πάρεξ του άνεμου που πνέει μες στη στάχτη τη λεπτή"7;.

Κάποιο`2; ήθελε ερωτήσ^9;ι: Του θυμού Του εισ` αδελφή;
Ποιος είν` άξιος να νικήσε_3; ή με σε να μετρηθ^9;ί;

Η γη αισθάν^9;ται την τόση του χεριού σου ανδραγ^5;θιά,
που όλην θέλει θανατώ`3;ει τη μισόχρ_3;στη σπορά.

Την αισθάν_9;νται και αφρίζο`5;ν τα νερά, και τ` αγρικώ
δυνατά να μουρμο`5;ρίζουν σαν ρυάζετ_9; θηριό.

Κακορί_0;ικοι, πού πάτε του Αχελώο`5; μες στη ροή
και πιδέξι^5; πολεμά`4;ε από την καταδρ_9;μή

να αποφύγ^9;τε; Το κύμα έγινε όλο φουσκω`4;ό·
εκεί ευρήκα`4;ε το μνήμα πριν να ευρείτ^9; αφανισ_6;ό.

Βλασφη_6;άει, σκούζε_3;, μουγκρ^3;ζει κάθε λάρυγγ^5;ς εχθρού,
και το ρεύμα γαργαρ^3;ζει τες βλασφή_6;ιες του θυμού.

Σφαλερ^0; τετραπ_9;δίζουν πλήθος άλογα, και ορθά
τρομασ_6;ένα χλιμιν`4;ρίζουν και πατούν εις τα κορμιά.

Ποίος στο σύντρο`6;ον απλώνε_3; χέρι, ωσάν να βοηθηθ^9;ί·
ποίος τη σάρκα του δαγκών^9;ι όσο που να νεκρωθ^9;ί.

Κεφαλέ`2; απελπι`3;μένες, με τα μάτια πεταχτ^0;,
κατά τ` άστρα σηκωμέ_7;ες για την ύστερη φορά.

Σβιέτα_3; -αυξαίν 59;ντας η πρώτη του Αχελώο`5; νεροσυ`1;μή-
το χλιμίν`4;ρισμα και οι κρότοι και του ανθρώπ_9;υ οι γογγυσ_6;οί.

Έτσι ν` άκουα να βουίξε_3; τον βαθύν Ωκεανό,
και στο κύμα του να πνίξει κάθε σπέρμα αγαρηνa2;!

Και εκεί πού `ναι η Αγία Σοφία μες στους λόφους τους επτά,
όλα τ` άψυχα κορμία, βραχοσa3;ντριφτα, γυμνά,

σωριασ_6;ένα να τα σπρώξε_3; η κατάρα του Θεού,
κι απ` εκεί να τα μαζώξε_3; ο αδελφό`2; του Φεγγαρ_3;ού.

Κάθε πέτρα μνήμα ας γένει, κι η Θρησκε^3;α κι η Ελευθε`1;ιά
μ` αργό πάτημα ας πηγαίν^9;ι μεταξύ τους και ας μετρά.

Ένα λείψαν_9; ανεβαί_7;ει τεντωτa2;, πιστομ_1;τό,
κι άλλο ξάφνου κατεβα^3;νει και δεν φαίνετ^5;ι, και πλιο

και χειρότ^9;ρα αγριεύ^9;ι και φουσκώ_7;ει ο ποταμό`2;·
πάντα, πάντα περισσ^9;ύει· πολύ φλοίσβ_3;σμα και αφρός.

Α, γιατί δεν έχω τώρα τη φωνή του Μωυσή;
Μεγαλό`6;ωνα την ώρα οπού εσβιού_7;το οι μισητο^3;,

το Θεόν ευχαρι`3;τούσε στου πελάου τη λύσσα εμπρός,
και τα λόγια ηχολογ_9;ύσε αναρίθ_6;ητος λαός.

Ακλουθ^0;ει την αρμονί^5; η αδελφή του Ααρών,
η προφήτ_3;σσα Μαρία, μ` ένα τύμπαν_9; τερπνό_7;

και πηδούν όλες οι κόρες με τσ` αγκάλε`2; ανοικτ^1;ς,
τραγου^8;ώντας, ανθοφό`1;ες, με τα τύμπαν^5; κι εκειές.

Σε γνωρίζ`9; από την κόψη του σπαθιοa3; την τρομερ^2;,
σε γνωρίζ`9; από την όψη που με βία μετράε_3; τη γη.
Εις αυτήν, είν` ξακουσ_6;ένο, δεν νικιέσ^5;ι εσύ ποτέ·
όμως, όχι, δεν είν` ξένο και το πέλαγο για σε.

Το στοιχε^3;ον αυτό ξαπλών^9;ι κύματ` άπειρα εις τη γη,
με τα οποία την περιζώ_7;ει, κι είναι εικόνα σου λαμπρή.

Με βρυχίσ_6;ατα σαλεύε_3; πο

FeketeHerceg2018. június 30. 21:46

@Kandabula: Én nem irtam egy szóval se hogy irok bármit e témában. El vagy tévedve.

Törölt tag2018. június 30. 21:28

Törölt hozzászólás.

Kandabula2018. június 30. 20:13

@FeketeHerceg: ne dumálj, írjad!

FeketeHerceg2018. június 30. 20:13

@Kandabula: igen, azt verseld meg légy oly szives. Pontosan.

FeketeHerceg2018. június 30. 20:12

@Edeke: Francba.. Máskor küldök mailt neked hogy miről szoljon. Ok? De ha menthető, ird át, tedd fel, had olvadda az ifjúság. Ki tudja.. Lehet ötletet adsz másnak.

Kandabula2018. június 30. 19:51

@Törölt tag: rögtön átírom, elnézést!

Szép ez a világ! (szülte skizofrén atya),
De e rövidke versre múzsám még kegyét ada.
De himnuszra? Szegény fejem mit hiszett?
Muzsám válasza: - Egy jó nagy fityiszet!
Ahol a józan ész megáll és somolyog,
Ott a balgaság győz és ködként gomolyog.

Törölt tag2018. június 30. 19:19

Törölt hozzászólás.

Kandabula2018. június 30. 18:49

A Pioneer űrszonda egy plakettet vitt a világűrbe minden fontos információval a földi életet illetően. Talán ezt kéne megverselni, amennyiben ezzel FeketeHerceg egyetért:

https://hu.wikipedia.org/wiki/Pioneer-t%C3%A1bla

Edeke(offtopic)2018. június 30. 13:22

@FeketeHerceg: Hede mi? Írva vagyon valahol, hogy miről kell szóljon a világ himnusza? Ezt nem tudtam. Ki írta össze a kritériumokat? Szólhattatok volna hamsrabb is, már annyi versszykot írtam meg az én verziómból mint a görög himnusz, most mehet a levesbe........

Kandabula2018. június 30. 11:38

@FeketeHerceg: egyetértek. Írd át.

FeketeHerceg2018. június 30. 11:26

@Kandabula: Ez csak egy jól megirt mázasodás.
Nincs benne se a születés, se a világot formáló háborúk, se a történelmi felfedezések, se azok Földrt romboló hatásai. Nincs benne se a változás, se az űrutazás.
Vagy ha világegyetemre irod. Akkor bolygó születése, kwazárok, tejút, galaxisok. S a tézisek, hogy mit hiszünk, szeretnénk hinni hogy van. S persze NASA-t se hagyd ki, hogy mit végez. Hisz az is globalitás része.

Kandabula2018. június 27. 12:24

@Edeke: Istennek mindene van, még Trabant üléshuzata is!

@csp01: Ez bizony világhimnusz, miután ezt a címet adtam a "versnek". De nyugodtan átírhatod.